Ο Αχιλλέας δεν πολεµούσε πια κι οι Τρώες πήραν θάρρος. Άγριες µάχες γίνονταν έξω απ’ της Τροίας τα τείχη κι αµέτρητοι Αχαιοί έπεφταν νεκροί.
Απελπισµένος τότε ο Αγαµέµνονας έστειλε στον Αχιλλέα το γέρο Φοίνικα, το δάσκαλο του Αχιλλέα, τον Αίαντα, τον πιο δυνατό πολεµιστή των Αχαιών, και τον πολυµήχανο Οδυσσέα, να τον παρακαλέσουνε να ξαναβγεί στη µάχη και θα του έδινε πίσω τη Βρισηίδα και δώρα αµέτρητα. Μα ο Αχιλλέας δε δέχτηκε κι είπε ότι θα πολεµούσε µόνο αν οι Τρώες έφταναν στα καράβια του. |
Οι µάχες συνεχίζονταν πιο άγριες. Οι Τρώες κυνήγησαν τους Αχαιούς ως το στρατόπεδό τους. Ο Έκτορας έσπασε την ξύλινη πύλη του στρατοπέδου µε µια τεράστια πέτρα κι οι Τρώες όρµησαν µέσα κι έβαλαν φωτιά σ’ ένα καράβι. Τους Αχαιούς έσωσε ο Αίαντας, που τραυµάτισε τον Έκτορα και η µάχη σταµάτησε για λίγο.
|
O Αχιλλέας δέχτηκε και τον συµβούλεψε να διώξει τους Τρώες από το στρατόπεδο και να γυρίσει πίσω. Όρµησε ο Πάτροκλος µε τους γενναίους Μυρµιδόνες στη µάχη. Οι Τρώες, όταν τονείδαν, νόµισαν πωςήταν ο Αχιλλέας κιέφυγαν τρέχονταςπρος την Τροία.
Έγινε µάχη γύρω απ’ το νεκρό. Τ’ αθάνατα άλογα του Αχιλλέα, ο Ξάνθος κι ο Βαλίος, που του τα είχε χαρίσει ο Ποσειδώνας, σαν είδαν τον Πάτροκλο νεκρό, έσκυψαν τα κεφάλια τους και µε τα δάκρυά τους έβρεχαν τη γη. Οι Αχαιοί πήραν το νεκρό Πάτροκλο και τον έφεραν στα πλοία.